Από τον Τηλέμαχο Αλεξίου:

Επιστροφή            Μετάβαση στη σελίδα: 1     2     3    4   Τρελές Οδηγίες

Ο Γιάννης και ο Γρηγόρης δουλεύουν στη ΝΑΣΑ ως καθαριστές πυραύλων. Από την πολλή κούραση έχουν τρελαθεί στη δίψα και ψάχνουν απεγνωσμένα κάτι να πιουν Βλέπουν έναν κουβά με ένα υγρό και κατεβάζουν ο καθένας από μισό. Το βράδυ παίρνει τηλέφωνο ο Γιάννης τον Γρηγόρη - «Βρε Γρηγόρη ξέρεις τι ήταν αυτό που ήπιαμε το μεσημέρι;»- «Νερό δεν ήταν, βρε Γιάννη;»- «Όχι, Γρηγόρη δεν ήταν νερό αλλά προωθητικό πυραύλων» - «Ε, και τι έγινε Δεν πάθαμε τίποτα» - «Δεν πάθαμε τίποτα αλλά μην κλάσεις γιατί εγώ τηλεφωνώ από Τόκιο»

 Ένα πρωί στο συνοριακό φυλάκιο της Κακαβιάς πλησιάζει ένας τύπος καβάλα σε ένα ποδήλατο. Στους ώμους του κρέμονται δυο σάκοι - «Επ πού πάς εσύ» τον ρωτάει με καχυποψία ο φύλακας «Τι έχεις μέσα στους σάκους;» - «Άμμο», απαντάει ο τύπος - «Τι άμμο και βλακείες μου λες Χθεσινός είμαι Κατέβα αμέσως για έλεγχο» Κατεβαίνει αυτός και αρχίζει να ψάχνει ο τελωνειακός μέσα στην άμμο. Μετά από δύο ώρες ψαξίματος δεν βρίσκει τίποτα και αφήνει τον τύπο να περάσει Την άλλη μέρα το πρωί πάλι τα ίδια. Ο τύπος με το ποδήλατο πλησιάζει τον σταματάει ο τελωνειακός του παίρνει τους σάκους και μετά από πέντε ώρες επίμονου ψαξίματος τον αφήνει να περάσει Την Τρίτη μέρα να σου πάλι ο τύπος καβάλα στο ποδήλατο με τους δυο σάκους να κρέμονται στους ώμους του - «Ρε να πάρει, πάλι εσύ; Τι θα γίνει με σένα; Λέγε τι κουβαλάς μέσα στους σάκους» - «Άμμο».- «Καλάααα... Κατέβα αμέσως για έλεγχο». Έξι ώρες παιδευόταν ο τελωνειακός Εξέτασε την άμμο κόκκο προς κόκκο αλλά τίποτα. Επί δέκα μήνες κάθε πρωί ο τύπος ερχόταν έπινε τον καφέ του όσο ο τελωνειακός ξεσκιζόταν να βρει κάτι μέσα στην άμμο και πέρναγε απέναντι καβάλα στο ποδηλατάκι του με τους δυο σάκους άμμο. Μέχρι το Χημείο του κράτους είχε στείλει την άμμο ο τελωνειακός μήπως και βρει τίποτα ύποπτο, αλλά μάταια. Κόντευε να τρελαθεί. Ένα πρωί δεν άντεξε και του λέει: - «Άκου να δεις, φίλε, δεν αντέχω να σε ψάχνω άλλο. Θα σε ρωτήσω κάτι και θέλω να μου απαντήσεις ειλικρινά Κι εγώ σου υπόσχομαι ότι ούτε θα σε συλλάβω ούτε θα σε πειράξω ούτε τίποτα»- «Εντάξει»- «Κάνεις λαθρεμπόριο» - «Κάνω». - «Και τι διάολο βγάζεις λαθραία από τη χώρα τόσο καιρό» - «Ποδήλατα».

 Είναι δύο γέροι που πάσχουν από Αλτσχάιμερ Κάποια στιγμή σηκώνεται ο ένας και λέει χαρούμενος: «Αλέξανδρε, εγώ σε λίγες ημέρες θα γίνω καλά. Μου το είπε ο γιατρός Βρέθηκε ένα καταπληκτικό φάρμακο που γιατρεύει το Αλτσχάιμερ». - «Άντε Και πώς λέγεται»- «Κοίτα να δεις... Χμμ.. Πώς τον λέγανε τον πόλεμο;»- «Ποιον πόλεμο, τον Δεύτερο Παγκόσμιο»- «Όχι, όχι Αλέξανδρε τον άλλο» - «Ποιον, αυτόν του 1821;»- «Όχι, όχι τον άλλο, πιο παλιά». - «Ποιον εννοείς τον Τρωικό Πόλεμο;»- «Ναι, αυτόν Γιατί πήγαν εκεί οι Έλληνες - «Για την ωραία Ελένη». - «Α, μπράβο» Τότε φωνάζει προς την κουζίνα «Ρε Ελένη πώς το λέγανε το φάρμακο που είπε ο γιατρός»  

 Δύο ορειβάτες σκαρφαλώνουν σε ένα βουνό και ξαφνικά ο ένας γλιστράει και πέφτει. Τότε φωνάζει ο ένας: «Ρε συ, Θανάση, χτύπησες;» «Όχι» του λέει ο άλλος «Έχεις αίματα;» τον ξαναρωτά. «Όχι» απαντάει ο άλλος «Τότε γιατί δεν ανεβαίνεις;» του λέει στο τέλος «Γιατί ακόμη πέφτω»  

 Ο Ρέμος ο Πλούταρχος και ένας τραγουδιστής της κλασικής μουσικής συζητάνε τι θα κάνουν με τα λεφτά που έχουν Ο Ρέμος λέει: «Εγώ θα αγοράσω ένα ωραίο μεγάλο σπίτι ένα καλό αυτοκίνητο και θα κάνω και μερικά ταξίδια». Ο Πλούταρχος: «Θα πάρω και εγώ ένα σπίτι θα κάνω και εγώ κάποια ταξίδια και θα πάρω και μερικές συλλεκτικές μηχανές». Και ο κλασικός: «Εγώ θα πάρω ένα Punto» «Καλά», του λένε οι άλλοι «και τα υπόλοιπα;» «Τα υπόλοιπα θα μου τα δώσει η μάνα μου».

Μπαίνει κάποιος σε έναν φούρνο και ζητάει ζαμπονοτυρόπιτα Του λέει ο φούρναρης «πάρε τυρόπιτα και θα με θυμηθείς» «Ρε φίλε, θέλω ζαμπονοτυρόπιτα λέμε» επιμένει αυτός «Πάρε τυρόπιτα και θα με θυμηθείς» συνεχίζει ο φούρναρης «Καλά φέρε μια τυρόπιτα» Παίρνει την τυρόπιτα και με το που τη δαγκώνει κοιτάει τον φούρναρη στα μάτια και του λέει: «Ρε Κώστα εσύ είσαι» 

 Είναι τα μυρμήγκια και έχουν βαρεθεί να τους χαλάνε τις φωλιές οι ελέφαντες Αποφασίζουν λοιπόν να κάνουν ένα μεγάλο σχέδιο όπου θα ανέβουν σ ένα κλαρί θα πιαστούν χέρι χέρι και όταν περάσει ο ελέφαντας από κάτω θα πέσουν όλα πάνω του θα τον πιάσουν από τον λαιμό και θα τον ρίξουν κάτω. Περνάει ο ελέφαντας πέφτουν πάνω του τα μυρμήγκια κουνάει τον λαιμό του πέφτουν όλα κάτω και μένει μόνο ένα Ακούγεται λοιπόν μια φωνή από κάτω: «Κεφαλοκλείδωμα Μάκη, κάνε του κεφαλοκλείδωμα!»

 Κάθονται ο ασβός και ο κάστορας σε μια άκρη στο δάσος και ξαφνικά βλέπουν το μυρμήγκι να τρέχει πανικόβλητο Μόλις περνάει από μπροστά τους του λένε, «επ τι έγινε ρε, πού πας» - «Αφήστε έγινε τρομερή σύγκρουση Τράκαρε ο ιπποπόταμος με τον ρινόκερο και είναι και οι δυο σε κώμα» - «Ε, κι εσύ πού πας» - «Πάω να δώσω αίμα»

 Είναι στη ζούγκλα ο αρκούδος, ιδιοκτήτης του beach μπαρ. Είναι η χελώνα με τραπέζι στο μπαρ, σφηνάκια,  χαμός Κλείνει το μαγαζί και πάει η χελώνα και λέει στον αρκούδο «Δεν έχω λεφτά να πληρώσω». «Δεν έχεις» της κάνει ο αρκούδος. Της τραβάει μια κλοτσιά και τη στέλνει στην άλλη πλευρά της ζούγκλας. Περνάει ένας μήνας περνάνε δύο περνάνε τρεις Μετά από τρεισήμισι μήνες έρχεται η χελώνα, μπαίνει στο μπαρ, πιάνει από τον λαιμό τον αρκούδο και του λέει, «τώρα γιατί το έκανες αυτό;»

 Είναι η οικογένεια χελώνων και αποφασίζουν να πάνε για πικ νικ Και πάνε, και πάνε, και πάνε... Μετά από τέσσερα χρόνια βρίσκουν ένα ωραίο σημείο. Βγάζει η μαμά τα πράγματα, ετοιμάζονται να φάνε και τότε συνειδητοποιεί ότι έχει ξεχάσει το ανοιχτήρι για τις κονσέρβες Αποφασίζουν λοιπόν να στείλουν τον μικρό να το πάρει - «Εγώ δεν πάω πουθενά γιατί θα μου φάτε τα πατατάκια», λέει ο μικρός. - «Όχι, παιδί μου δεν θα στα φάμε» του λέει η μαμά του - «Καλά θα πάω», λέει το χελωνάκι. Περνάνε πέντε χρόνια και λέει ο μπαμπάς «μήπως να φάμε τα πατατάκια» «Όχι, το υποσχεθήκαμε στο παιδί», λέει η μαμά. Περνάνε δέκα χρόνια και λέει η μαμά, «μωρέ μήπως να φάμε τα πατατάκια Πολλή πείνα έπεσε». «Όχι, το υποσχεθήκαμε στο παιδί», λέει μπαμπάς  Περνάνε δεκατρία χρόνια και αποφασίζουν οι γονείς να φάνε τα πατατάκια Εκείνη τη στιγμή πετάγεται το χελωνάκι από έναν βράχο και λέει, «είδατε Σας το έλεγα εγώ Γι' αυτό κι εγώ δεν πάω δεν πάω δεν πάω!»

 Στο δάσος το λιοντάρι βάζει τον λαγό να κάνει τον αστυνόμο. Περνάει η αλεπού, «μπαμ μπαμ» την πλακώνει στο ξύλο. Μια άλλη μέρα στο ίδιο σημείο, περνάει η αλεπού, τη φωνάζει «μπαμ μπαμ» την πλακώνει στο ξύλο. Τα παίρνει η αλεπού, πάει στο λιοντάρι και του λέει «ο λαγός με δέρνει» Πιάνει το λιοντάρι τον λαγό και του λέει: «Δεν μπορείς να δέρνεις έτσι τα ζώα ρε λαγέ, πρέπει τουλάχιστον να βρίσκεις μια δικαιολογία». - «Τι δικαιολογία», του λέει ο λαγός - «Μπορείς, για παράδειγμα, να πεις σε κάποιον που είναι στη μηχανή ότι δεν φοράει κράνος και να τον πλακώσεις στο ξύλο» Πάει την επόμενη μέρα ο λαγός στο ίδιο σημείο και σταματάει την αλεπού.- «Πού πας» της λέει. «Πάω να δω τον Τάδε» του απαντάει. «Και γιατί δεν φοράς κράνος;» της λέει και την πλακώνει στο ξύλο!

 Μια φήμη κυκλοφορεί στο δάσος ότι μια αγριεμένη αρκούδα έχει κάνει μια λίστα στην οποία έχει βάλει όλα τα ζώα τα οποία πρόκειται να κατασπαράξει. Έντρομα τα ζώα αρχίζουν και πανικοβάλλουν το ένα το άλλο. Οι μέρες περνάνε οι επιθέσεις ακόμα δεν έχουν ξεκινήσει και τα νεύρα όλων των ζώων έχουν σπάσει. Κάποια από αυτά δεν θέλουν να ζουν πλέον με την αβεβαιότητα και παίρνουν την απόφαση να πάνε στην αρκούδα Πάει πρώτα η αλεπού. - «Αρκούδα, έμαθα ότι έχεις μια λίστα με τα ζώα που θα κατασπαράξεις Είναι αλήθεια» - «Ναι, έτσι είναι», απαντάει η αρκούδα - «Δεν μου λες κάτι; Κάνε μου μια χάρη. Δεν μπορώ να ζω άλλο με την αβεβαιότητα Είσαι πιο δυνατή, το ξέρω, αλλά τουλάχιστον θα μου πεις αν είμαι κι εγώ στη λίστα» - «Για κάτσε να τσεκάρω.. Άλφα, αλεπού, ναι μέσα είσαι». - «Αμάν γαμώτο, τι ατυχία είναι να τελειώσω έτσι. Ας το κάνεις γρήγορα». Χραπ, της τρώει το κεφάλι, πάει η αλεπού. Πάει μετά ο σκύλος και λέει στην αρκούδα - «Πες μου αν έχεις και μένα στη λίστα». Κοιτάει η αρκούδα.. - «Π, ρ σ σκύλος, μέσα είσαι φίλε» -«Όχι, ρε γαμώτο, εγώ που έχω τρομάξει τόσες γάτες να πεθάνω από μια αρκούδα Δεν θέλω να ταπεινωθώ μπροστά στους άλλους. Οτι είναι να κάνεις καν' το τώρα» Παπ με μια δαγκωνιά πάει και ο σκύλος. Μπαίνει μετά ο λαγός.. - «Αρκούδα, κυκλοφορεί η φήμη και το ξέρουμε όλοι. Ας τελειώνει εδώ η ιστορία Είμαι κι εγώ στη λίστα» - «Ι, κ λ ναι είσαι». - «Να σου πω κάτι, μπορείς να με σβήσεις» - «Ναι, αμέ», και τον σβήνει.

 Ένας μεθυσμένος παίρνει τηλέφωνο στην  Ολυμπιακή και ρωτάει την τηλεφωνήτρια: - «Πόσο διαρκεί το ταξίδι Αθήνα- Θεσσαλονίκη» - «Μισό λεπτό..» - «Α, ευχαριστώ» και κλείνει το τηλέφωνο

 

Επιστροφή            Μετάβαση στη σελίδα: 1     2     3    4   Τρελές Οδηγίες