ΕΦΗΒΕΙΑ

 

   «Τα παιδιά είναι ταξιδιώτες που φτάνουν σε μια ξένη χώρα για την οποία δεν γνωρίζουν τίποτα» 

                                                                                                        John Locke 

          Ανακάλυψη της προσωπικής ταυτότητας

 

        Τα νέα άτομα κατά τη διάρκεια της εφηβείας αναπτύσσουν ορισμένα  αισθήματα και στάσεις απέναντι στο σώμα τους, τα οποία συμβάλλουν σημαντικά στη διαμόρφωση της έννοιας της προσωπικής ταυτότητας. Αυτές οι υποκειμενικές εντυπώσεις που έχει το άτομο για το σώμα του ονομάζεται «εικόνα του σωματικού εαυτού». 

        Η αντίληψη που έχει ένα παιδί για το σώμα του τροποποιείται και επεκτείνεται βαθμιαία κατά τη διάρκεια της ανάπτυξής του. Το παιδί έχει την τάση να υιοθετεί τις στάσεις των άλλων απέναντι στο δικό του σώμα. Έτσι, μπορεί να αποκτήσει μια αντίληψη για το σώμα που θα είναι θετική  και θα του προσφέρει ικανοποίηση ή μπορεί να φτάσει στο σημείο να θεωρήσει το σώμα του ως κάτι απωθητικό. Ειδικότερα, τα παιδιά ενσωματώνουν στην ιδέα που έχουν για τον εαυτό τους την ιδέα που νομίζουν ότι έχουν σχηματίσει γι’ αυτά οι γονείς τους. Τέτοιου είδους ιδέες έχουν επιπτώσεις μακροπρόθεσμα στη συμπεριφορά των παιδιών. Αν ο γιος σας ή η κόρη σας πιστεύει πως η γνώμη σας είναι αρνητική ή έστω αυστηρή (ακόμα κι αν δεν συμβαίνει πράγματι αυτό), θα αισθάνεται ανασφάλεια και θα έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση. 

        Όταν υπάρχει μεγάλη ασυμφωνία ανάμεσα στην ιδέα που έχει ο έφηβος για τον εαυτό του («εγώ, όπως είμαι») και στην ιδέα που έχει για τον ιδανικό εαυτό του («εγώ, όπως θα ήθελα να είμαι»), είναι πιθανό να του δημιουργηθεί άγχος και υπερευαισθησία. Ο έφηβος πληγώνεται όταν οι άλλοι του βγάζουν παρατσούκλια και τον φωνάζουν «χοντρομπαλά» ή «πατάτα». Το πώς οι άλλοι τον αντιμετωπίζουν και τι σκέφτονται γι’ αυτόν έχει μεγάλη σημασία για τον τρόπο που ο ίδιος αντιλαμβάνεται τον εαυτό του, δηλαδή για την εικόνα του εαυτού του.  

         Μηχανισμοί άμυνας του Εγώ

        Όλα τα ανθρώπινα όντα, που είναι αρκετά ώριμα για να αποκτήσουν έστω και μια υποτυπώδη εικόνα του εαυτού τους, έχουν ανάγκη να βλέπουν τον εαυτό τους με τρόπο αρκετά θετικό και ευνοϊκό. Οι γονείς και οι δάσκαλοι με όσα λένε συμβάλλουν στη δημιουργία της αίσθησης που έχει ο έφηβος για την προσωπική του αξία. Η επιθυμία του εφήβου να αποκτήσει μια επιθυμητή και αποδεκτή εικόνα του εαυτού φαίνεται ότι είναι ένας από ρους πιο σημαντικούς και καθοριστικούς παράγοντες που διαμορφώνουν τη συμπεριφορά του.

        Είναι φανερό ότι τα παιδιά στεναχωριούνται πολύ όταν οι ενήλικοι, που συμπαθούν, τα κατακρίνουν. Κάθε απειλή της αυτοεκτίμησης καθώς και όλης της λειτουργίας του εαυτού στρέφεται και ενάντια της ίδιας της ύπαρξης του ατόμου. Το αποτέλεσμα είναι ότι τα παιδιά από πολύ νωρίς υιοθετούν πολύπλοκους τρόπους αντιμετώπισης αυτών των απειλών, «μηχανισμούς άμυνας». Αυτοί οι μηχανισμοί συντελούν στην εξομάλυνση του άγχους και των αποτυχιών και στην προστασία της ακεραιότητας του εγώ. 

        Έχει αποδειχτεί ότι όλοι μας μαθαίνουμε να χρησιμοποιούμε τέτοιες στρατηγικές. Όταν, όμως, τις εφαρμόζουμε εκεί που δεν πρέπει ή καθ’ υπερβολή, με πολύ μεγάλη ένταση ή χωρίς καμιά ευκαμψία, τότε γίνονται νευρωσικές. Το πρόβλημα είναι ότι οι μηχανισμοί άμυνας συνεπάγονται έναν ορισμένο βαθμό αυταπάτης και διαστρέβλωσης της πραγματικότητα. Αυτό είναι κάτι που μπορεί να εμποδίσει τη ρεαλιστική και προσεκτική λύση των διαφόρων προβλημάτων.

       Μερικοί από τους μηχανισμούς άμυνας, οι οποίοι μπορεί να σας βοηθήσουν να κατανοήσετε τη συμπεριφορά του παιδιού που γίνεται έφηβος, είναι οι εξής:

         1.  Συναισθηματική απομόνωση. Το άτομο μειώνει τις εντάσεις που πηγάζουν από την ανάγκη και από το άγχος με το να κλείνεται σε ένα καβούκι παθητικότητας. Αυτό το καταφέρνει με το να μειώνει τις προσδοκίες του ή να παραμένει συναισθηματικά αμέτοχο και απόμακρο. Η απάθεια και η ηττοπαθής παραίτηση μπορεί να αποτελέσουν τις ακραίες αντιδράσεις του ατόμου στο χρόνιο στρες και στη χρόνια απογοήτευση. 

          2.  Φυγή (άρνηση της πραγματικότητας). Υιοθετώντας το μηχανισμό αυτό ο έφηβος μπορεί εύκολα να ξεφύγει από καταστάσεις που απαιτούν ανταγωνισμό, από καταστάσεις που αισθάνεται ότι βρίσκεται σε μειονεκτική θέση και ότι υπάρχουν πιθανότητες να αποτύχει 

          3. Ονειροπόληση. Η ονειροπόληση είναι μία από τις πιο δημοφιλείς τακτικές ανάμεσα στους εφήβους. Οι λύσεις της φαντασίας συγκαλύπτουν τη δυσάρεστη πραγματικότητα. Οι έφηβοι που ονειροπολούν πολύ, ίσως, προσπαθούν να ξεφύγουν από αβάσταχτες πραγματικές καταστάσεις. Η ονειροπόληση μπορεί να λειτουργήσει θετικά παρέχοντας την ευκαιρία στον έφηβο να δοκιμάσει στη φαντασία του διάφορες λύσεις για τα προβλήματά του χωρίς να διακινδυνεύει τίποτα, όπως θα γινόταν αν τις δοκίμαζε στην πραγματικότητα. Σε μια τέτοια περίπτωση, η ονειροπόληση γίνεται παραγωγική και ωφέλιμη. Μη- παραγωγική είναι η ονειροπόληση όταν ο έφηβος εντρυφεί συνεχώς στις φανταστικές εκπληρώσεις των επιθυμιών του.

          4. Εκλογίκευση. Ο έφηβος μπορεί να εφαρμόσει την εκλογίκευση για να τροποποιήσει μη-αποδεκτές παρορμήσεις, ανάγκες, αισθήματα, ανάγκες, αισθήματα και κίνητρα και να τα κάνει υποφερτά και αποδεκτά σε συνειδητό πλέον επίπεδο. Η εκλογίκευση συμβάλλει στη μείωση της «γνωστικής ασυμφωνίας». Όταν υπάρχει ασυμφωνία ανάμεσα στη συμπεριφορά και στις σκέψεις το άτομο καταπονείται ψυχικά. Μαθητές που θεωρούν τον εαυτό τους ευφυέστατο, αλλά παρόλο αυτά αποτυγχάνουν στις εξετάσεις, ίσως το δικαιολογήσουν στον εαυτό τους λέγοντας πως ολόκληρο το εξεταστικό σύστημα είναι αναξιόπιστο και άδικο. Με αυτή την εκλογίκευση, το χάσμα ανάμεσα στην υποκειμενική τους εκτίμηση για τον εαυτό τους και στην αντικειμενική επίδοσή τους εξαφανίζεται.

          5. Προβολή. Με την προβολή αισθήματα που πηγάζουν από βαθιά μέσα μας και είναι ελάχιστα συνειδητά, τα αποδίδουμε αδικαιολόγητα στους άλλους. Ένα κορίτσι που αισθάνεται ζήλια κι εχθρότητα για κάποια συμμαθήτριά της μπορεί να αρνηθεί ότι αισθάνεται έτσι και να παραπονεθεί ότι η συμμαθήτριά της είναι δυσάρεστη στην παρέα και ότι την αντιπαθεί.

          6. Μετάθεση – Μετατόπιση. Η μετάθεση συνεπάγεται μετατόπιση συναισθημάτων ή προσχεδιασμένων ενεργειών από το άτομο, προς το οποίο είχαν αρχικά σχεδιαστεί να στραφούν, προς κάποιο άλλο άτομο. Ένα ακραίο παράδειγμα θα ήταν ένα αγόρι που φοβερίζει και χτυπάει συνεχώς τους συνομηλίκους του στο σχολείο. Η προσεκτικότερη μελέτη του παιδιού αυτού ίσως αποκάλυπτε ότι για το πρόβλημα που παρουσιάζει ευθύνεται (τουλάχιστον κατά ένα μέρος) η κατάσταση που επικρατεί στο σπίτι, όπου το αγόρι είναι ο αποδιοπομπαίος τράγος.

          O αγώνας για ανεξαρτησία

 

          Στο μέσο περίπου της εφηβείας, ο αγώνας για ανεξαρτησία δεν είναι απλώς και μόνο μια πλευρά των δραστηριοτήτων ενός νέου. Γίνεται, στην κυριολεξία, αυτοσκοπός. Σημαίνει αγώνα του εφήβου για ψυχολογική ελευθερία από τους γονείς, ελευθερία να είναι ο εαυτός  του, να έχει τις δικές του σκέψεις και συναισθήματα. Σχετίζεται ακόμη με τις καθημερινές ελευθερίες του νέου, ,όπως το να επιλέγει ο ίδιος τα ρούχα, τις παρέες και τους τρόπους διασκέδασης που προτιμά, και να απολαύσει μόνος του αποκλειστικά το δικό του χώρο και όσα του ανήκουν.

           Οι γονείς ασκούν μια αξιοσημείωτη επιρροή στον αγώνα των παιδιών τους για ανεξαρτησία. Η υγιής ανάπτυξη της αυτονομίας ποικίλλει ανάλογα με τον τύπο της γονεïκής εξουσίας που ασκείται συνήθως καθημερινά στο σπίτι. Δεσποτικές οικογένειες, όπου οι γονείς «απλά λένε στο παιδί τι να κάνει», φαίνεται να δημιουργούν μικρότερο βαθμό αυτονομίας. Παραχωρητικοί γονείς τείνουν να έχουν εφήβους που δείχνουν τη μεγαλύτερη αυτονομία, ιδιαίτερα όταν οι γονείς υποκαθιστούν τα διάφορα μέσα πειθαρχίας με τη συζήτηση και ερμηνεία.    

Οι παραχωρητικοί γονείς συσκέπτονται μαζί με τα παιδιά τους για να αποφασίσουν τι είναι πιο φρόνιμο να γίνει και δίνουν ερμηνείες για τους οικογενειακούς κανόνες.

           Έρευνες σχετικά με μεθόδους ανατροφής των παιδιών εισηγούνται την ανάγκη μιας προσέγγισης, την οποία δεν είναι πάντα εύκολο για τους γονείς να επιτύχουν στην πράξη. Ένα προσεγμένο «μείγμα» παραχωρητικότητας και μια θερμή ενθαρρυντική στάση αποδοχής ανταποκρίνεται περισσότερο σ’ αυτά που πρεσβεύουν οι ειδικοί της διαπαιδαγώγηση. Έφηβοι με ζεστούς, παραχωρητικούς γονείς, αν ανατραφούν και εκπαιδευτούν μέσα σε κλίμα αγάπης με σωστά πρότυπα-για να ταυτιστούν και να τα μιμηθούν- και με την παροχή λογικών επιχειρημάτων, έχουν την ευκαιρία να μάθουν μόνοι τους. Γονείς, οι οποίοι είναι καθοδηγητικοί μάλλον παρά αυταρχικοί, προσπαθούν να καθοδηγούν τις συζητήσεις σε θέματα πειθαρχίας του παιδιού τους μ’ ένα τρόπο που βασίζεται στην ανάλυση βασικών αρχών.

           Το να «διαπαιδαγωγούν» οι γονείς εφήβους συνεπάγεται να είναι πρόθυμοι να θέσουν υπό αμφισβήτηση τους δικούς τους κανόνες, τα πρότυπα και τις κρίσεις τους, όπως θέτουν σε αμφισβήτηση κανόνες, πρότυπα και κρίσεις των ίδιων των εφήβων. Μπορούν να ελπίζουν ότι μόνο επανεκπαιδεύοντας τον εαυτό τους θα μπορέσουν να διαπαιδαγωγήσουν εφήβους. Αυτό φυσικά δε σημαίνει να συμφωνούν με όλες τους τις γνώμες και να παραιτούνται από όλες τις δικές τους αντίθετες απόψεις, για να υιοθετήσουν τις δικές τους. Αντίθετα, καμιά ανάπτυξη δεν είναι δυνατή μ’ αυτό τον τρόπο. Αλλά το να επανεξετάζουν μια άποψη συνεπάγεται συζήτηση. Για τον έφηβο η εμπιστοσύνη αποκτάται όχι μόνο από την εμπειρία αλλά κι από την αξιολόγηση της εμπειρίας, όταν σκέφτεται και ανταλλάσσει  ιδέες σχετικά μ’ αυτήν. 

          Μια βήμα προς βήμα προσέγγιση για την εξομάλυνση των διαφορών στις απόψεις μεταξύ γονιών και εφήβων θα ήταν η ακόλουθη:

           1. Προσπαθήστε να ξεκαθαρίσετε τις δικές σας στάσεις και
                συναισθήματα σχετικά με την κατάσταση, πριν
                 αντιμετωπίσετε τον έφηβο.

          (α) Αισθάνομαι…………. (περιγράψτε τα συναισθήματά σας-
                 φόβο, θυμό κ.τ.λ.)

          (β)  όταν αυτός…………..  (περιγράψτε την κατάσταση για
                 την  οποία έρχεστε αντιμέτωποι.) 

          (γ)  γιατί…………….(περιγράψτε γιατί αισθάνεστε έτσι.) 

           2. Αποφασίστε αν η συγκεκριμένη κατάσταση αξίζει να σας προκαλεί τόση ενόχληση.
                 Καταγράψτε μερικές αιτίες που να εξηγούν γιατί το θέμα αξίζει να συζητηθεί και γιατί
                 όχι. Βαθμολογήστε τις αιτίες σύμφωνα με το παρακάτω σύστημα (από **** που
                 σημαίνει πολύ σπουδαίο έως * που σημαίνει ασήμαντο). Μήπως υπερέχουν οι
                 αιτίες σύμφωνα με τις οποίες αξίζει να συζητηθεί το θέμα ή τελικά παρατηρείται μια
                 ισοβαθμία.
 

           3. Αποφασίστε για το πνεύμα με το οποίο θα θέσετε το ζήτημα. (Για παράδειγμα, θέλω
                 να το αντιμετωπίσω σταθερά, δυναμικά, ήπια). 

           4. Πλησιάστε τον έφηβο και ανοίξτε σχετική συζήτηση.

          (α) Ξεκινήστε λέγοντάς του πώς αισθάνεστε και γιατί (βλ βήμα 1).

          (β) Αποφύγετε να εκφράσετε τα συναισθήματά σας ως κριτικές ή επιθέσεις  που θα τον
                 κάνουν αμυντικό και /ή επιθετικό. 

            5. Ακούστε την απάντησή του και κάνετε έναν έλεγχο εάν κατανοήσατε πλήρως:

            (α) τα αισθήματά του σχετικά με την κατάσταση και

            (β) τις αιτίες που τον οδηγούν σ’ αυτή την απόφαση.

 Πέστε του: « Αισθάνεσαι ……… γιατί…………..» και δείτε αν έχετε ξεκαθαρίσει τη δική σας άποψη.

             6. Βρείτε μια πρακτική συμφωνία, έναν συμβιβασμό αν είναι δυνατόν. Ίσως να είναι δύσκολο και μερικές φορές αδύνατο. Αλλά είναι πιο πιθανό πως θα βρείτε μια λύση αν αναγνωρίσετε και παραδεχτείτε τα συναισθήματα του παιδιού σας, αν εξηγήσετε τα δικά σας και συζητήσετε τα ζητήματα ήσυχα, ήρεμα και με καλή διάθεση. 

                           Είναι δύσκολο για τους γονείς να εφαρμόσουν αυτή την προσέγγιση, ειδικότερα όταν ένας συμβιβασμός εμπεριέχει κινδύνους για τον έφηβο. Οι κίνδυνοι είναι απαραίτητο μέρος του εφηβικού πειραματισμού. Αλλά οι κίνδυνοι είναι μερικές πολύ μεγάλοι και η κρίση και η εμπειρία του εφήβου πολύ περιορισμένη έτσι ώστε οι γονείς δεν μπορούν πάντα να συναινέσουν με του εφήβους.   

 

 

 

  Σε γενικές γραμμές είναι σωστό οι γονείς: 

1)      να θυμούνται ότι το να διακινδυνεύει κανείς είναι ένα σημαντικό (αν και ανησυχητικό) στοιχείο της εφηβικής ανάπτυξης.

2)      να σιγουρευτούν ότι οι ίδιοι και το παιδί τους είναι καλά πληροφορημένοι.

3)      να τηρούν οι ίδιοι πρώτα αυτά που επιθυμούν να τηρήσουν οι γιοι και οι κόρες τους (π.χ. κάπνισμα)

4)      να συζητούν το θέμα της εμπλοκής σε κινδύνους με το γιο ή την κόρη τους.

5)      να διαπραγματευτούν ένα συμβιβασμό ή να επιτρέψουν ένα μικρότερο κίνδυνο για να αποφύγουν κάποιον άλλο σοβαρότερο.

6)      να μη κατασκοπεύουν Ο έφηβος πρέπει να είναι σε θέση να αντιμετωπίζει πολλούς κινδύνους αβοήθητος. Αλλά να ξεκαθαρίσουν ότι υπάρχουν όρια (ακραία άρνηση τροφής, ναρκωτικά)

7)      να θυμούνται ότι ο τελικός τους στόχος είναι να γίνει ο έφηβος «αυτό-κατευθυνόμενος», να διευθύνει δηλαδή μόνος του τη δική του /της υγεία και ζωή.

 

Κείμενο:Μαριάννα Διαμαντάκη, Φωτογραφίες:Χ.Μ.

Αθήνα, Νοέμβρης 2004

Επιστροφή