To Memoirs of a Geisha πρόκειται για ένα υπέροχο αποτέλεσμα που καθηλώνει και μαγεύει το θεατή, στο τιμόνι του οποίου βρίσκονται δυο σημαντικά ονόματα, του Rob Marshall στη σκηνοθεσία και του Steven Spielberg στην παραγωγή. Ας πάρουμε όμως τα πράματα με τη σειρά 

Υπόθεση :
«Οι Αναμνήσεις μιας Γκέισας» - Μια εξαιρετικά πρωτότυπη νουβέλα γραμμένη σε πρώτο πρόσωπο, σαν μια εκ βαθέων εξομολόγηση μιας από τις πιο φημισμένες γκέισες της Ιαπωνίας. Η ιστορία της Σαγιουρί ξεκινά το 1929, όταν το κοριτσάκι με τα παράξενα γκριζογάλανα μάτια, η Τσίγιο ξεριζώνεται από το ψαροχώρι όπου ζει με την οικογένειά της,  για να πουληθεί σε ένα από τα πιο γνωστά σπίτια γκεϊσών. Μέσα στην ατμόσφαιρα παρακμής του Kιότο, η Σαγιουρί υπό την καθοδήγηση της Μαμεχά, της ‘’μεγάλης αδελφής της’’ πρέπει να μάθει την τέχνη της γκέισας: χορό και μουσική, τα μυστικά του κιμονό και του εξεζητημένου μακιγιάζ, τον τρόπο σερβιρίσματος του σακέ και τις μεθόδους ψυχαγωγίας των ισχυρών ανδρών - με οποιοδήποτε προσωπικό κόστος. Το ξέσπασμα, όμως, του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου αναγκάζει τα σπίτια με τις γκέισες να κλείσουν κι έτσι η Σαγιουρί, με ελάχιστα χρήματα κι ακόμα λιγότερη τροφή, πρέπει να βρεθεί, για άλλη μια φορά, αντιμέτωπη με τη μοίρα της. Και πρέπει, ακόμα, να κερδίσει το μοναδικό άνδρα που αγάπησε στη ζωή της, έστω κι αν αυτό σημαίνει την αυτοεξορία της από την Ιαπωνία. Αποκαλύπτοντάς μας τον κόσμο της ομορφιάς και της σκληρότητας που κρύβουν τα παραβάν από ριζόχαρτο -εκεί όπου τα πάντα κρίνονται από τα φαινόμενα και όπου η αγνότητα ενός νεαρού κοριτσιού γίνεται αντικείμενο άγριου πλειστηριασμού-, οι Αναμνήσεις μιας Γκέισας γίνονται το έπος μιας ολόκληρης εποχής και ταυτόχρονα μια νουβέλα που προκάλεσε ήδη παγκόσμια αίσθηση. Ένα εκπληκτικό δημιούργημα, γεμάτο με χάρη και ευαισθησία, από έναν εξαιρετικά ταλαντούχο νέο συγγραφέα.

 Κριτική :
Το σενάριο της ταινίας είναι βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του Arthur Golden το οποίο κυκλοφόρησε το 1997. Το πρώτο στοιχείο που σε καθηλώνει στη καρέκλα είναι η σκηνοθεσία. Από την πρώτη σκηνή κιόλας αντιλαμβάνεται κανείς ότι κυριαρχεί κάτι το ξεχωριστό. Μικρά πλάνα που καμιά φορά επικεντρώνονται σε λεπτομέρειες είτε τις σκηνογραφίας είτε των προσώπων και περίεργες γωνίες που σου δίνουν την αίσθηση ότι είσαι κρυμμένος κάπου εκεί γύρω και βλέπεις όλα τα γεγονότα από μια χαραμάδα. Από τον τρόπο που κινούνται οι χαρακτήρες μέχρι τον τρόπο που θα διπλωθεί και θα προσφερθεί ένα μαντήλι. Αυτό είναι μια γκέισα, αυτό μαθαίνει να κάνει σε όλη τη ζωή της. Να υπηρετεί με ένα τρόπο μοναδικά αψεγάδιαστο. Από την άλλη ο κόσμος αυτός είναι ιερός για τους Ιάπωνες, αποτελεί ένα ιερό και πολύτιμο μέρος της Ιαπωνικής κουλτούρας.

Και πράγματι ο θεατής πρέπει να προσέχει κάθε λεπτομέρεια, πρέπει να παραμένει στις σκιές, καθώς όλα εξελίσσονται στον κόσμο των γκεϊσών. Σίγουρα το γεγονός αυτό μπορεί να γίνεται τροχοπέδη σε ορισμένες στιγμές, όμως το συνολικά η σκηνοθεσία και το μοντάζ κάνουν ό,τι καλύτερο για να ξεκουράσουν, αλλά και να παρασύρουν στο σκεπτικό της Ιαπωνικής κουλτούρας. Σε ελάχιστες σκηνές τα πλάνα γίνονται ανοιχτά, αλλά ακόμη και σε αυτές τις περιπτώσεις εξυπηρετούν στο σκοπό της κάθε μιας ξεχωριστά

Από κάθε άποψη το σύνολο της παραγωγής είναι προσεγμένο. Ξεκινώντας από τα σκηνικά όλοι οι χώροι παρασέρνουν στην εποχή όπου εξελίσσονται τα γεγονότα. Τα κοστούμια είναι υπέροχα και αυτό που κάνει περισσότερη εντύπωση είναι ο αριθμός και η ποικιλία τους: κιμονό τεραστίων διαστάσεων φτιαγμένα έτσι ώστε να φαίνονται χειροποίητα. Τα ιδιαίτερα χτενίσματα, αλλά και το εξαιρετικά προσεγμένο μακιγιάζ αντικατοπτρίζουν την άρτια δουλειά που έγινε από τους ανθρώπους του styling. Κάθε εικόνα του έργου ήταν ένας καμβάς στον οποίο πρέπει να μπουν οι πινελιές από πολλούς ανθρώπους ξεχωριστά. Το τελικό αποτέλεσμα όμως ήταν πραγματικά ένα έργο τέχνης, που αφήνει το θεατή με το στόμα ανοιχτό και τον ταξιδεύει με πειστικότητα στη διαφορετική κουλτούρα της Ιαπωνίας μιας άλλης εποχής.

Αυτό το οπτικό έδεσμα είχε και το κατάλληλο περιτύλιγμα. Η μουσική επένδυση της ταινίας είναι του John Williams -έχοντας μια τόσο προσεγμένη δουλειά δεν θα μπορούσε άλλος να αναλάβει τη σύνθεση της μουσικής που θα πλαισίωναν αυτές της εικόνες. Ο Williams δίνει εξ’ αρχής το προσωπικό του στυλ στην μουσική χωρίς όμως να πέφτει σε κοινοτυπίες. Ο θεατής μαγεύεται από αυτό που βλέπει, ενώ αυτά που αισθάνεται αντιλαμβάνεται ότι οφείλονται και στην ακοή σου. Καταφέρνει να επενδύσει με έναν τρόπο αρκετά διακριτικό ο οποίος σε ορισμένες στιγμές γίνετε ξεχωριστός. Η χρήση των πνευστών σαν κύριο όργανο παγιδεύει στην Άπω Ανατολή, χωρίς όμως να θυμίζει τίποτα από όλα αυτά που έχουμε ακούσει μέχρι σήμερα είτε από τον ίδιο τον συνθέτη είτε από συναδέλφους του.

Όσο αναφορά τους ηθοποιούς έχουν να καλύψουν ένα πολύ μεγάλο φάσμα συναισθημάτων εξαιτίας των καταστάσεων που έρχονται αντιμέτωποι. Ανάμεσα στο σύνολο δεν υπήρξε κάποιος, ο οποίος να τραβάει ιδιαίτερα την προσοχή. Γενικότερα όμως οι ερμηνείες βρίσκονται σε πολύ καλό επίπεδο, ενώ συνολικά παρουσιάζεται ένα αρκετά δεμένο και ερμηνευτικά ομοιόμορφο αποτέλεσμα. Μάλιστα θα πρέπει να αναφερθεί ότι όλες οι ηθοποιοί που είχαν ρόλο μιας γκέισας μέσα στην ταινία, παρακολούθησαν μαθήματα έξι εβδομάδων, ανεξάρτητα από το πόσο μεγάλος ήταν ο ρόλος τους.

Καταλήγοντας, θα ήθελα να επισημάνω μια φράση από αυτές που αναφέρονται μέσα στο έργο, η οποία αποτελεί ίσως το βασικό λίθο του έργου:    “Remember, Chiyo, geisha are not courtesans. And we are not wives. We sell our skills, not our bodies. We create another secret world, a place only of beauty. The very word "geisha" means artist and to be a geisha is to be judged as a moving work of art.”   (Να θυμάσαι Τσίγιο, οι γκέισες δεν είναι πόρνες. Και δεν είναι σύζυγοι. Πουλάμε την τέχνη και τις ικανότητές μας, όχι τα κορμιά μας. Δημιουργούμε έναν ακόμη μυστικό κόσμο, ένα μέρος αποτελούμενο μόνο  από ομορφιά. Η λέξη «γκέισα» από μόνη της σημαίνει καλλιτέχνης και το να είσαι γκέισα σημαίνει να κρίνεσαι σαν ένα κινούμενο έργο τέχνης.)

Κατερίνα Καλογεράκου

Επιστροφή